Στις 3 Δεκεμβρίου του 1850 πολεμικά πλοία του Αγγλικού στόλου απέκλεισαν τον Πειραιά Το να επικαλούνται την ασφάλεια των υπηκόων τους, ακόμα κι αν δεν συντρέχει επί της ουσίας πραγματικός κίνδυνος, είναι συνήθης πρακτική των «μεγάλων δυνάμεων» με στόχο την επέμβαση στα εσωτερικά μιας χώρας. Πρόκειται, ασφαλώς για μια πρακτική διόλου καινούργια ή πρωτότυπη. Στη χώρα μας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμά της εμφανίστηκε σχεδόν αμέσως μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Ο λόγος για την υπόθεση Πατσίφικο και τα επακολουθήσαντα «Παρκερικά». Τον Απρίλιο, λοιπόν, του 1849, κατά τη διάρκεια των εορτών του Πάσχα, απαγορεύθηκε από τις αρχές το έθιμο του καψίματος του Ιούδα. Κάτοικοι της πρωτεύουσας, εξαγριωμένοι με την απαγόρευση του εθίμου αυτού, επέδραμαν επί της οικίας ενός εβραίου τυχοδιώκτη, ονόματι Δαβίδ Πατσίφικο, στου Ψυρρή, προξενώντας ασήμαντες ζημιές. Άλλη εκδοχή, βέβαια, αναφέρει ότι το εν λόγω περιστατικό έγινε τη Μεγάλη Παρασκευή κατά την περιφορά του Επιταφίου του Αγίου Φιλίππου, όταν ο Πατσίφικο προκάλεσε τους πιστούς. Ο Πατσίφικο είχε διατελέσει πρόξενος της Πορτογαλίας στην Αθήνα, αλλά είχε απαλλαγεί των καθηκόντων του λόγω καταχρήσεων. Μετά την «επιδρομή» αυτή στο σπίτι του στράφηκε κατά της ελληνικής κυβερνήσεως και ζήτησε αποζημίωση 888.736 δραχμών και 57 λεπτών. Και καθώς είχε πρόσφατα αποκτήσει βρετανική υπηκοότητα, αποτελούσε την τέλεια αφορμή για την Αγγλία,η οποία και ανταγωνίζονταν τις Γαλλία και Ρωσία στην περιοχή, να επέμβει στα εσωτερικά της Ελλάδας. Ζήτησε, λοιπόν, την καταβολή του υπέρογκου ποσού στον υπήκοο της. Καθώς, όμως, η κυβέρνηση Κριεζή αρνήθηκε, η Αγγλία διέταξε στις 3 Ιανουαρίου του 1850 τον ναύαρχο Ουίλιαμ Πάρκερ να επιβάλλει ναυτικό αποκλεισμό στον Πειραιά και τα κυριότερα ελληνικά λιμάνια. Αποτέλεσμα η εύθραυστη οικονομία της νεοσύστατης χώρας να υποστεί ανυπολόγιστες ζημίες, ιδίως οι έμποροι και οι ναυτιλλόμενοι, ενώ σημαντικά ήταν και τα προβλήματα επισιτισμού στην πρωτεύουσα. Σημειώνεται, βέβαια, ότι η πραγματική, όμως, αιτία των παρκερικών ήταν ο φόβος της Βρετανίας μήπως ο βασιλιάς Όθωνας συμπράξει με τη Ρωσία, στην περίπτωση κήρυξης ρωσοτουρκικού πολέμου. Ο αποκλεισμός αυτός κράτησε τέσσερις περίπου μήνες, έως τις 15 Απριλίου του 1850, οπότε και έληξε μετά και από την αντίδραση Γαλλίας και Ρωσίας, τα συμφέροντα των οποίων είχαν πληγεί από τον αποκλεισμό. Το θέμα Πατσίφικο παραπέμφθηκε τελικά σε διαιτησία και η αποζημίωση που του επιδικάσθηκε ήταν μόλις 3.750 δραχμές, ποσό, όμως, σημαντικό για το φτωχό ελληνικό κράτος εκείνη την εποχή. Πηγή: tvxs.gr | Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης Ο «κοσμοκαλόγερος» της ελληνικής πεζογραφίας Σαν σήμερα, 3 Ιανουαρίου του 1911, έφυγε από τη ζώη ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ο «κοσμοκαλόγερος» της πεζογραφίας μας γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου 1851 στη Σκιάθο από πατέρα ιερέα και θεοσεβούμενη μητέρα. Μεγάλωσε ανάμεσα σε εννιά αδέλφια, τα δύο εκ των οποίων πέθαναν σε μικρή ηλικία. Γοητευμένος από τα ξωκλήσια της Σκιάθου, τα συμπεριέλαβε σε πολλά έργα του, ενώ το λογοτεχνικό του έργο είναι ευρύ και από τα σημαντικότερα της νεοελληνικής πεζογραφίας. Γράφει ο ίδιος σε ένα σύντομο βιογραφικό του: Εγεννήθην εν Σκιάθω, τη 4 Μαρτίου 1851. Εβγήκα απο το ελληνικόν Σχολείον εις τώ 1863, αλλά μόνον τώ 1867 εστάλην εις το Γυμνάσιον Χαλκίδος, όπου ήκουσα την Α΄ και Β΄ τάξιν. Την Γ΄ εμαθήτευσα είς Πειραιά, είτα διέκοψα τας σπουδάς μου και έμεινα είς την πατρίδα. Κατά τον Ιούλιον του 1872 υπήγα είς το Αγιον Ορος χάριν προσκυνήσεως, 'οπου έμεινα ολίγους μήνας. Τώ 1873 ήλθα εις Αθήνας καί εφοίτησα εiς την Δ΄ του Βαρβακείου. Τώ 1874 ενεγράφην εις την Φιλοσοφικήν Σχολήν, 'οπου ήκουα κατ' εκλογήν ολίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ' ιδίαν δε ησχολούμην εις τας ξένας γλώσσας. Μικρός εζωγράφιζα αγίους, είτα έγραφα στίχους, καί εδοκίμαζα να συντάξω κωμωδίας. Τώ 1868 επεχείρησα να γράψω μυθιστόρημα. Τώ 1879 εδημοσιεύθη «Η Μετανάστις» έργον μου εις το περιοδικόν «Σωτήρα». Τώ 1882 εδημοσιεύθη «Οι έμποροι των εθνών» εις τώ «Μη χάνεσαι». Αργότερα έγραψα περί τα εκατόν διηγήματα, δημοσιευθέντα εις διάφορα περιοδικά καί εφημερίδας. Λόγω της οικονομικής του κατάστασης ωστόσο, δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Τα οικονομικά του Παπαδιαμάντη καλυτέρευσαν όταν άρχισε να απασχολείται στην εφημερίδα «Ακρόπολη», του Βλάση Γαβριηλίδη, με μισθό 250 δραχμών το μήνα, καθώς και να συνεργάζεται και με άλλες εφημερίδες και περιοδικά. Παρόλο που εισέπραττε αρκετά χρήματα που του επέτρεπαν αξιοπρεπή διαβίωση, τα ξόδευε εξ’ ολοκλήρου στην... ταβέρνα του Κεχριμάνη όπου σύχναζε επί 27 συναπτά έτη, έστελνε στη Σκιάθο, μοίραζε στους φτωχούς και ίσα που μπορούσε να καλύψει τα έξοδά του. Ζούσε φτωχικά σε φτηνά δωμάτια ενώ οι περιγραφές συνθέτουν το προφίλ ενός ανθρώπου σχεδόν κουρελή, εξαρτημένου από το ποτό και το τσιγάρο, ο οποίος βυθιζόταν στη μοναξιά του και είχε ελάχιστους φίλους. Αγαπημένη του συνήθεια να ψάλλει στον Άγιο Ελισαίο στην Πλάκα. Τον Μάρτιο του 1908 εγκατέλειψε την Αθήνα και επέστρεψε στο αγαπημένο του νησί, εξακολουθώντας να δουλεύει ως μεταφραστής έργων για λογαριασμό του Γιάννη Βλαχογιάννη. Η υγεία του άρχισε να επιδεινώνεται ώσπου στις 3 Ιανουαρίου 1911 άφησε την τελευταία του πνοή και μαζί με αυτήν, έναν λογοτεχνικό θησαυρό αποτελούμενο από 180 διηγήματα, ποιήματα, μελέτες και άρθρα. Το έργο-σταθμός στην καριέρα του που ενέπνευσε κινηματογραφιστές και σκηνοθέτες ήταν «Η φόνισσα». Παρόλο που γράφτηκε το 1902, μοιάζει τόσο σύγχρονο όσο και διαχρονικό. Η είδηση του θανάτου του γέμισε πένθος όχι μόνο τους συντοπίτες του, αλλά όλη την Ελλάδα. Πολλοί λογοτέχνες, που όσο ήταν εν ζωή δεν είχαν γράψει κουβέντα για το έργο του, συνέθεσαν εγκωμιαστικά κείμενα. Ο εκδοτικός Οίκος Φέξη ξεκίνησε το 1912-1913 την έκδοση 11 τόμων με τα έργα του. Μέχρι τότε, κανένας άλλος οίκος δεν είχε εκδώσει σε βιβλίο τα πεζογραφήματά του και οι αναγνώστες του τα διάβαζαν από τις εφημερίδες και τα περιοδικά. Σήμερα, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης διδάσκεται στα σχολεία, σε πανεπιστήμια και σεμινάρια, ενώ εξακολουθεί να συγκινεί μικρούς και μεγάλους με το μεγαλείο της πένας του. Πηγή: tvxs.gr | Γεώργιος Δροσίνης Στον πνευματικό Όλυμπο Ο ποιητής, πεζογράφος και δημοσιογράφος Γεώργιος Δροσίνης γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1859, σ” ένα αρχοντικό της Πλάκας. Καταγόταν από οικογένεια αγωνιστών του Μεσολογγίου. Χάρη στη φιλομάθειά του, αλλά και στις οικονομικές δυνατότητες που είχαν οι γονείς του, σπούδασε νομικά και φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στη συνέχεια Ιστορίας της Τέχνης στη Λειψία, στη Δρέσδη και στο Βερολίνο. Η πολύπλευρη παρουσία του στα ελληνικά γράμματα και τον εθνικό πολιτισμό φαίνεται απ’ το γεγονός ότι όντας από το 1889 ως το 1897 διευθυντής του περιοδικού «Εστία», το μετέτρεψε σε εφημερίδα το 1894. Ακόμη, την ίδια περίοδο ίδρυσε και διηύθυνε τα περιοδικά «Εθνική Αγωγή» και «Μελέτη», καθώς και το ετήσιο «Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος». Το 1899 μαζί με τον Δημήτριο Βικέλα ίδρυσαν το «Σύλλογο προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων», που εξέδωσε λογοτεχνικά έργα, λαογραφικές και άλλες μελέτες. Το 1901 ίδρυσε πολλές σχολικές βιβλιοθήκες στην πρωτεύουσα και την ιδιαίτερη πατρίδα του και το 1908 το εκπαιδευτικό μουσείο. Συνέβαλε, επίσης, στην ανέγερση του Οίκου Τυφλών, της Σεβαστοπούλειας Επαγγελματικής Σχολής και της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρίας. Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Γεώργιος Δροσίνης μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριάζονταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1879 με ποιήματά του στα περιοδικά «Ραμπαγάς» και «Μη Χάνεσαι». Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή υπό τον τίτλο «Ιστοί Αράχνης», η σταδιοδρομία του, όμως, ως νέου ποιητή άρχισε το 1884 με τη συλλογή «Ειδύλλια». Ανήκε στον κύκλο των προοδευτικών ποιητών (μαζί με τους Νίκο Καμπά και Κωστή Παλαμά), που επεδίωκαν να ανανεώσουν τον ποιητικό λόγο, να τον απαλλάξουν από τον στόμφο και την απαισιοδοξία της Α” Αθηναϊκής Σχολής και να καθιερώσουν την δημοτική ως επίσημη γλώσσα της λογοτεχνίας. Μάλιστα, η χρονολογία έκδοσης της πρώτης του ποιητικής συλλογής, το 1880, είναι το ορόσημο της εμφάνισης της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Τα ποιήματα είναι συχνά σύντομα, αντιρομαντικά, ζωντανά, ευκολονόητα, αρμονικά στη μορφή τους, τα περισσότερα μουσικά στην έκφρασή τους, εμπνευσμένα από τα θέματα της καθημερινής ζωής. Αποτελούν προάγγελους της γλωσσικής μεταστροφής και της πνευματικής αναγέννησης. Η θρησκευτική συγκίνηση που διαφαίνεται στους στίχους του Δροσίνη, είναι απαύγασμα μίας ιερής πίστης που δεν εγκατέλειψε τον ποιητή έως την τελευταία του πνοή. Ήταν πιστός, ευλαβής και είχε το σεβασμό στα καθιερωμένα θρησκευτικά έθιμα. Γι’ αυτό και αρκετά από τα ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από σημαντικούς συνθέτες κι έχουν συνδεθεί με πολλές στιγμές της ζωής των Ελλήνων. Το πεζογραφικό του έργο απ’ την άλλη έχει όλα τα γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν την ποίησή του, τη φυσιολατρία, την ειδυλλιακή διάθεση, την έντεχνη σύνθεση, την ευγένεια στην έκφραση, την απλότητα και την ειλικρίνεια. Ο Δροσίνης εμπνέεται, όπως φαίνεται, από την ελληνική φύση και η λαϊκή παράδοση. Τα πρώτα του πεζά τα έγραψε στην καθαρεύουσα. Η διάθεση όμως της μεταστροφής στη δημοτική γλώσσα διαφαίνεται από τα πρώτα του κιόλας μυθιστορήματα. Χαρακτηριστικά στο πεζογράφημά του είναι ο συνδυασμός του λογογραφήματος με την ηθογραφία, η ζωή του χωριού με τη γαλήνη της και τις δυσκολίες της καθώς και ο απλός άνθρωπος με τη φροντίδα της καθημερινής ζωής, τους καημούς του, και τις προλήψεις του. Χαρακτηριστικό της εμβέλειάς του είναι πως πολλά από αυτά έχουν μεταφραστεί σε αρκετές ξένες γλώσσες. Παράλληλα, βέβαια υπήρξε και μαχητικός δημοσιογράφος που αγωνίστηκε για τις δημοκρατικές ελευθερίες και σοφός καθοδηγητής της νεολαίας. Για όλους αυτούς του λόγους τιμήθηκε με το Αριστείο των Γραμμάτων της «Ακαδημίας Αθηνών», ενώ το 1947 προτάθηκε από το Ελληνικό Κράτος για το βραβείο Νόμπελ, σε αναγνώριση της αξίας του έργου του, το οποίο τελικά απoνεμήθηκε στο Γάλλο λογοτέχνη Αντρέ Ζιντ (André Gide). Η ποίηση του μα και ο πεζός του λόγος είναι πλημμυρισμένα από την Ελλάδα και την αγάπη του γι’ αυτή. Πέθανε στη Κηφισιά στις 3 Ιανουαρίου 1951, σε βαθιά γηρατειά. Σήμερα, 153 χρόνια μετά το ύστατο χαίρε σ’ έναν απ’ τους σημαντικότερους Έλληνες του πνεύματος της σύγχρονης εποχής. Αξίζει να θυμόμαστε την προσπάθεια του για την ανοικοδόμηση του πολιτισμικού υποβάθρου της χώρας. Σε συνθήκες κρίσης και κοινωνικού χάους, η αχτίδα της λογοτεχνίας είναι παρήγορη για τον καθένα. Ας μην ξεχνάμε όμως και τη φράση του ποιητή: «Η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στις αναμνήσεις και στις ελπίδες», που μας δείχνει πως όσο δύσκολα κι αν είναι τα πράγματα η ελπίδα μας φανερώνει το μονοπάτι για την έξοδο απ’ τις δύσκολες καταστάσεις και οι αναμνήσεις από την αποφυγή αυτών των καταστάσεων. Αλέξανδρος Πήχας Πηγή: roadstory.gr |
0 Comments
Leave a Reply. |
ΜΗΝΑΣ
ΘΕΜΑΤΑ
All
|